Το τελευταίο «αντίο» στον Αλέξανδρο Νικολαΐδη  είπαν συγγενείς και φίλοι αλλά και πλήθος κόσμου στην εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης.

Ο προαύλιος χώρος της εκκλησίας γέμισε από νωρίς με στεφάνια για τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη, τόσο από τον κόσμο του αθλητισμού, όσο και από τον πολιτικό.

Το φέρετρο με τη σορό του Ολυμπιονίκη έφθασε στην εκκλησία μια ώρα πριν την κηδεία, τυλιγμένο με τη γαλανόλευκη. 

Υπό τους ήχους της μπάντας της Πυροσβεστικής, συγγενείς, φίλοι, συναθλητές και συνεργάτες αποχαιρετησαν τον μαχητή της ζωής, Αλέξανδρο Νικολαΐδη, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Τιμίου Προδρόμου Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης.

Πίσω από το φέρετρο, μαυροντυμένη και κρατώντας ένα κόκκινο λουλούδι, η σύζυγός του Δώρα Τσαμπάζη είχε το χέρι της ακουμπισμένο πάνω στο φέρετρο. 

Ο πατέρας του με κλάματα στα μάτια φώναξε «παλικάρι μου, αετέ μου, πώς θα το περάσω αυτό αγόρι μου».

Τραγικές φιγούρες τα μέλη της οικογένειας του. Η αδερφή της γιαγιάς του Αλέξανδρου Νικολαΐδη δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα της πάνω από το φέρετρο, ξεσπώντας σε κλάματα, ενώ ο θείος του λύγισε μιλώντας στους δημοσιογράφους για τον πολυαγαπημένο του ανιψιό, κάνοντας αναδρομή στις δεκάδες μάχες που έδωσε στα μεγαλύτερα τουρνουά του τάε κβο ντο σε όλη την Ευρώπη.

Πρόκειται για ένα πραγματικό παράδειγμα, που όχι μόνο δεν σταμάτησε ούτε μια στιγμή να παλεύει με την σπάνια αυτή ασθένεια, αλλά ακόμη και στον πιο δύσκολο αγώνα της ζωή του, συγκλόνισε με τη στάση του και με το μήνυμα που άφησε πίσω του.

Η τελευταία επιθυμία

Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης είχε στο ενεργητικό του αρκετές διακρίσεις σε διεθνείς και ευρωπαϊκές διοργανώσεις με σημαντικότερη τα αργυρά μετάλλια στην κατηγορία των +80 κιλών (τάε κβον ντο) στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Πεκίνο.

Η τελευταία του επιθυμία ήταν τα δύο αργυρά του Ολυμπιακά μετάλλια να βγουν σε δημοπρασία: «το ποσό που θα συγκεντρωθεί να δοθεί σε δομές για τα παιδιά που θα επιλέξει η οικογένειά μου. Αν σωθεί έστω ένα παιδί, θα αξίζει κάθε κλωτσιά που έχω φάει στο κεφάλι, κάθε κάταγμα στα πόδια μου. Αυτό είναι το αποτύπωμα που θέλω να αφήσω στην κοινωνία, αυτή είναι η κληρονομιά που θέλω να μείνει στα παιδιά μου»

Τσίπρας: Ένα μεγάλο ευχαριστώ που μας έκανες καλύτερους

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε το παρών στην εξόδιο ακολουθία  στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Τιμίου Προδρόμου Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια του επικήδειου του μιλώντας για τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη τον χαρακτήρισε  «γίγαντα με καρδιά μικρού παιδιού, που έκανε όλη την Ελλάδα να γεμίζει έντονα συναισθήματα».

«Είναι δύσκολο να αποχαιρετάει ένα αγαπημένο άνθρωπο πόσο μάλλον όταν φεύγει τόσο νωρίς και τόσο άδικα ακόμη πιο δύσκολο όταν αποχαιρετάς ένα σπάνιο άνθρωπο και χαρισματικό όπως ο Αλέξανδρος. Θα έλεγα έναν γίγαντα με καρδιά μικρού παιδιού που έκανε όχι μόνο όσους είχαμε τη τύχη να τον γνωρίσουμε αλλά και όλη την Ελλάδα να γεμίζει με έντονα συναισθήματα. Όπως τότε που έπεσε λαβωμένος στο Σίδνεϊ και η κραυγή του έσκισε την σιωπή αλλά και αργότερα που πάλεψε και νίκησε υψώνοντας τη γαλανόλευκη. Όλη η Ελλάδα δακρύζει και πενθεί», ανέφερε ακόμη ο κ. Τσίπρας.

Στη συνέχεια ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης «μεγαλούργησε σε ένα άθλημα ατομικό, σε ένα άθλημα που είσαι μόνος, μόνος πέφτεις και μόνος σηκώνεσαι. Στη ζωή του ξεχώρισε γιατί ήθελε να βάζει μπροστά το εμείς και όχι το εγώ και πάλευε στους στίβους της ζωής με το ίδιο πείσμα και την ίδια μαχητικότητα που τον διέκρινε στους αθλητικούς στίβους, ήταν ένας μαχητής παντού.  Παρέμεινε μαχητής ακόμη και όταν η ζωή του επιφύλαξε τον πιο σκληρό αντίπαλο. Ποτέ δεν δείλιασε και δεν παραπονέθηκε, μόνο φρόντισε να κερδίσει και το τελευταίο δευτερόλεπτο κοντά στους ανθρώπους του».

Ακόμη ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι «ο κόσμος που θαύμαζε πίστευε ότι το πιο δυνατό όπλο του Αλέξανδρου ήταν τα πόδια του, όμως το πιο δυνατό ήταν η καρδιά του, η πίστη του, τα ιδανικά και οι αξίες του, ο σεβασμός και η αλληλεγγύη στο συνάδελφο, συναθλητή και στον συμπολίτη. Πίστη στη δικαιοσύνη και στην ισότητα και σε ένα κόσμο χωρίς εκμετάλλευση. Για να μη μεγαλώσουν τα παιδιά μας σε έναν άδικο και φασιστικό κόσμο, γιατί δεν μπορούμε να μένουμε απαθείς όταν κάποιοι πατριδοκάπηλοι έσπερναν μίσος στα γυμναστήρια και στα σχολεία. Η αγάπη του για την πατρίδα, αγνή έμπρακτη και βαθιά ήταν αυτή που τον έκανε ανυποχώρητο απέναντι σε όσους καπηλεύονταν το όνομά της για να γεμίσουν διχασμό».