Σε λίγες μέρες αποχαιρετούμε το 2022, μια χρονιά που σημαδεύτηκε από ξεχωριστές έως συγκλονιστικές εξελίξεις στον κόσμο και στην χώρα μας. Η προκλητική, ωμή επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία που τροφοδότησε φόβο μέχρι και για χρήση πυρηνικών, ενώ σίγουρα έφερε αλυσιδωτά μια πρωτόγνωρη ενεργειακή- οικονομική κρίση, η ακρίβεια στην ενέργεια και στο ράφι που συμπιέζει λαϊκά εισοδήματα, η εντεινόμενη Τουρκική επιθετικότητα που φτάνει σε σημεία ανοικτής απειλής ακόμα και για εκτόξευση πυραύλων κατά της Ελλάδας, οι καταγγελίες για υποκλοπές κ.ά έφεραν πρόσθετες δυσκολίες στην Κυβέρνηση.
Όλα αυτά χρήζουν ανάλυσης ως γεγονότα, αλλά ας τα δούμε μέσα από την πορεία των ερευνών της OPINION POLL κατά την διάρκεια όλου του έτους. Η σύγκριση των αποτελεσμάτων μήνα μήνα έχει βεβαίως την αξία της, αλλά όταν βλέπεις τις μεταβολές σε ετήσια βάση, προκύπτει με σαφήνεια μια διευρυμένη εικόνα.
Αν κάτι παραμένει σταθερό, είναι η συνεχιζόμενη πρωτιά της Ν.Δ στην Πρόθεση ψήφου. Πρόκειται για ένα παρατεταμένο δημοσκοπικά φαινόμενο που « κρατάει » από τον Ιανουάριο του 2016 και που δεν φάνηκε να αμφισβητείται ούτε μια στιγμή κατά της διάρκεια και της κυβερνητικής θητείας της Ν.Δ μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει μια ακινησία. Η διαφορά αυτή ήταν 11.6% τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, έφτασε το 8.9% τον Ιούλιο και το 7.9% κλείνοντας τον χρόνο. Είναι φανερό, ότι το σύνολο των προβλημάτων που εμφανίστηκαν, δεν άφησαν ανεπηρέαστη την Ν.Δ και την διαφορά. Η αλήθεια είναι ότι η Κυβέρνηση πέρασε ένα καυτό δίμηνο , όταν τον Μάρτιο- Απρίλιο « προσγειώθηκαν» σοκαριστικοί λογαριασμοί ενέργειας. Ωστόσο, το μεγάλο πακέτο μέτρων για την μείωση των λογαριασμών εμπόδισε την συνέχιση της μείωσης των ποσοστών της Ν.Δ και την οδήγησε σε πορεία σταθεροποίησης και κάποιας ανόδου. Σε καμία περίπτωση πάντως, δεν υπήρξε εικόνα Κυβέρνησης σε αποδρομή ή Κυβέρνησης που όπου νάναι πέφτει. Αυτός ο πολιτικός λόγος της Αντιπολίτευσης δεν στηριζόταν σε στοιχεία και επαναλαμβανόμενος κάθε μήνα, απλά δεν πείθει.
Η Ν.Δ εμφάνιζε ποσοστό 31.2% τον Ιανουάριο και κλείνει την χρονιά με 32.1%, την στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ από 19.6% έφτασε το 24.2%. Και τα δύο μεγάλα κόμματα εμφάνισαν αύξηση της συσπείρωσής τους με την Ν.Δ να έχει συσπείρωση της τάξης του 65%-67% και ο ΣΥΡΙΖΑ να την αυξάνει από το 52%-53% στο 60%-62%. Εδώ βρίσκεται και το « μυστικό» των δημοσκοπικών ποσοστών τους. Παρατηρεί δε κάποιος, ότι δεν ισχύει τα όσα γράφονται για στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ , ο οποίος έχει αυξήσει τις δημοσκοπικές επιδόσεις του κατά 4%-4.5% κατά την διάρκεια του έτους. Το πρόβλημα με το ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι δεν βελτιώνει τις επιδόσεις του, αλλά ότι δεν φαίνεται να έχει τα καύσιμα να μειώσει δραματικά την διαφορά ή να δείξει ότι μπορεί να χτυπήσει την πρωτιά.
Την μεγάλη διαφορά στα ποσοστά Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ την δημιουργούν ουσιαστικά δύο παράγοντες:
- Η μεγάλη διαφορά του Κ. Μητσοτάκη έναντι του Α. Τσίπρα σε όλα τα μεγέθη ( δημοφιλία, ικανότητα να διαχειριστεί τα βασικά προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες , καταλληλότητα για Πρωθυπουργός). Στην τελευταία έρευνα για το lykavitos.gr η διαφορά ήταν 17.7% ( 45.3% τον Κ. Μητσοτάκη έναντι 27.6% τον Α.Τσίπρα) , δηλαδή διαφορά περίπου δέκα μονάδες πάνω από την διαφορά στην πρόθεση ψήφου.
- Η κυριαρχία του Κ. Μητσοτάκη σε ένα ευρύτερο ακροατήριο και ιδιαίτερα στον χώρο του Κέντρου. Στον χώρο του Κέντρου υπάρχει ικανοποίηση της τάξης του 48.1 % από το Κυβερνητικό έργο, ενώ τον επιλέγει ως πιο κατάλληλο για Πρωθυπουργό το 57.3% έναντι ενός 17.5% που επιλέγει τον Α. Τσίπρα.
Έτσι ο Κ. Μητσοτάκης και η Ν.Δ δείχνουν να έχουν πείσει ότι « μπορούν να κάνουν την δύσκολη δουλειά». Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται με υψηλό βαθμό αναξιοπιστίας, ως δύναμη υψηλών τόνων και αμφιβόλου σχεδίου, ως δύναμη λαϊκισμού και μηδενισμού. Όσο η ηγεσία του δεν το κατανοεί ή δεν θέλει να το κατανοήσει, απλά με ότι κάνει να καταφέρει να αυξήσει κι άλλο την συσπείρωσή του και να μικρύνει τις απώλειες σε σχέση με το 2019. Για παράδειγμα, όταν μιλάει για « ακρίβεια Μητσοτάκη» δεν πείθει, αφού ο κάθε πολίτης βλέπει τι συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη. Όταν μιλάει για « μέτρα για τους λίγους» δεν μπορεί να πείσει, αφού από την πανδημία μέχρι τώρα έχουν μοιραστεί πάνω από 60 δις. σε εκατομμύρια Έλληνες. Το ξέρουν όλοι όσοι πήραν επιδόματα ή είδαν να αυξάνεται ο κατώτατος μισθός ή όσοι μικρομεσαίοι επιβίωσαν με τις μη επιστρεπτέες πια προκαταβολές ή την επιδότηση ενοικίου και την πληρωμή των εργαζομένων τους στις πρώτες καραντίνες.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν η έκπληξη στις αρχές του χρόνου, με τις δημοσκοπικές επιδόσεις του μετά την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη. Ωστόσο η δυναμική που εμφανίστηκε, δεν υπάρχει πια. Κατά την διάρκεια του 2022 έχει χάσει 3%-3.5%, ενώ οι τελευταίες εξελίξεις και ο τρόπος χειρισμού από την ηγεσία του φαίνεται να του κοστίζει επιπλέον απώλειες της τάξης του 1%-1.5%. Μαζί μ΄αυτό, απομακρύνεται η προοπτική μιας μεγάλης αλλαγής συσχετισμού ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ αφού ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει τουλάχιστον διπλάσια δημοσκοπικά ποσοστά από το ΠΑΣΟΚ. Να σημειωθεί ότι διαθέτει ζωτικό χώρο, αλλά λείπει το αφήγημα, η συγκεκριμενοποίηση της κυβερνητικής του πρότασης ώστε να μπορεί ο πολιτικός του λόγος να πείσει και να εμποδίσει πιθανές νέες απώλειες από την εύλογη πίεση που θα του ασκηθεί και από τους δύο. Ο δε αντιδεξιισμός παλιάς κοπής και ο αντιμητσοτακισμός που χαρακτηρίζει τον λόγο του, σε συνδυασμό με την έλλειψη σταθερής κριτικής του λαϊκισμού και της Κυβερνητικής πορείας του ΣΥΡΙΖΑ επιτρέπει στην Ν.Δ να το κατηγορεί ως συμπλέοντα με το ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που του κοστίζει. Στο επόμενο διάστημα θα κριθούν παραπέρα τα αντανακλαστικά του και η δυνατότητά του να πάρει ένα σημαντικά αυξημένο ποσοστό που θα του επιτρέψει να αντέξει την μεγάλη συμπίεση μεταξύ πρώτων και δεύτερων εκλογών.
Από τα άλλα κόμματα, το Κ.Κ.Ε φαίνεται ότι αντέχει και ότι θα μπορούσε να αυξήσει σχετικά τα ποσοστά του, ενώ η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ δείχνει σαφείς τάσεις ορατής αύξησης. Το ΜΕΡΑ 25 παλεύει για το 3% με τις δημοσκοπικές επιδόσεις του να ανεβοκατεβαίνουν, ενώ η προοπτική του Κόμματος Κασιδιάρη να μπει στην Βουλή είναι ορατή. Ας σημειώσουμε, ότι στην περίπτωση επτακομματικής Βουλής, χρειάζεται πια ένα ποσοστό της τάξης του 40% για την επίτευξη αυτοδυναμίας. Ωστόσο, αυτά είναι μακρινά σενάρια από την μια και από την άλλη από τις πρώτες μέχρι τις δεύτερες εκλογές θα πιεστούν από πάρα πολύ έως θανάσιμα τα κόμματα από την Τρίτη θέση και κάτω.
Αυτή είναι η εικόνα, η δημοσκοπική εικόνα αποχαιρετώντας το 2022 και ευρισμόμενοι λίγους μήνες πριν τις διπλές εκλογές του 2022. Εισερχόμαστε σε μια κρίσιμη πολιτικά χρονιά που θα διαμορφωθούν οι τελικοί πολιτικοί συσχετισμοί. Στην Πολιτική, τα πάντα ρει και πολλά μπορούν να αλλάξουν. Τα γεγονότα μπορούν να μεταβάλλουν τους όρους του πολιτικού ανταγωνισμού, αλλά όπως φάνηκε κατ΄επανάληψη την περίοδο 2019-2022 τα γεγονότα από μόνα τους δεν παράγουν αυτόματα πολιτικά αποτελέσματα. Μαζί μ΄αυτά κρίνεται και η θέση, η τακτική κάθε κόμματος, η ικανότητά του να πείθει. Έτσι, ας μην ελπίζει κανείς σε κανένα μαγικό γεγονός που από μόνο του θα ικανοποιήσει τους στόχους του.
* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι διευθυντής ερευνών της εταιρίας Opinion Poll