Καταιγιστικές ήταν την Παρασκευή οι διαψεύσεις της κυβερνητικής αισιοδοξίας για την επιστροφή των Θεσμών στην Αθήνα τόσο από την πλευρά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Κομισιόν αλλά και του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ.

Εκπρόσωπος του ΔΝΤ δήλωσε πάντως εχθές πως είναι νωρίς για υποθέσεις περί επίτευξης συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο καθώς «υπάρχουν ακόμη διαφορές», ενώ πηγές των Βρυξελλών ανέφεραν ότι η συζήτηση μεταξύ Ελλάδας και δανειστών δεν πέτυχε να πείσει τους θεσμούς να επιστρέψουν.

«Το κερασάκι στην τούρτα» έβαλε ο ίδιος ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ο οποίος δήλωσε: «Ελπίζω να μπορέσουμε να εγκρίνουμε σύντομα μια συμφωνία, αλλά αυτό δεν θα είναι στις 7 Απριλίου στη Βαλέτα, είναι πολύ νωρίς».

Κάπως έτσι η κυβέρνηση έζησε άλλο ένα επεισόδιο διεθνούς απομόνωσης, το οποίο θέτει σε κίνδυνο την τεχνική συμφωνία αν δεν υπάρξει μια συγκλονιστική ανατροπή τις επόμενες ώρες.

Αιτία σύμφωνα με πληροφορίες ήταν η υπαναχώρηση που αναγκάστηκε να κάνει ο υπουργός οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος υπό την πίεση του Πρωθυπουργού, για όσα είχαν συμφωνηθεί στις Βρυξέλλες την προηγούμενη εβδομάδα για τις συντάξεις.

Ο κύριος Τσακαλώτος, με εντολή Τσίπρα, φέρεται να ζήτησε η περικοπή των συντάξεων να γίνει «μια και έξω» το 2020 όταν και θα έχει εκπνεύσει η θητεία της κυβέρνησης, και όχι σε δύο στάδια, το 2019 και το 2020, όπως είχε συμφωνηθεί στις Βρυξέλλες.

Η κίνηση αυτή κατέστρεψε την όποια εμπιστοσύνη είχε δημιουργηθεί την προηγούμενη βδομάδα στις Βρυξέλλες και οδήγησε σε σκλήρυνση της στάσης όλων των θεσμών.

Κατόπιν τούτων το Σαββατοκύριακο δεν αναμένονται τα κλιμάκια των θεσμών στην Αθήνα και πλέον η κυβέρνηση αναζητεί ένα θαύμα για να πετύχει την λεγόμενη τεχνική συμφωνία πριν από το κρίσιμο Eurogroup της 7 Απριλίου στη Μάλτα.

Η επίμαχη συμφωνία

Η συμφωνία της προηγούμενης εβδομάδας για τις συντάξεις που λίγο έλειψε να τινάξει στον αέρα την διαπραγμάτευση προβλέπει την περικοπή της «προσωπικής διαφοράς» στις κύριες συντάξεις 900.000 συνταξιούχων (σε σύνολο 2,2 εκ. καταβαλλόμενων συντάξεων) που εισπράττουν άνω των 600-700 το μήνα.

Μια τέτοια εξέλιξη σημαίνει ότι η μέση σύνταξη αυτού του επιπέδου θα πρέπει να μειωθεί κατά περίπου 10% ενώ η περικοπή θα αγγίξει το 30% στις συντάξεις άνω των 1000-1200 ευρώ. Σύμφωνα με την συμφωνία, η περικοπή θα εφαρμοστεί σταδιακά εντός δύο ετών 2019-2020.

Τον πρώτο χρόνο η εξοικονόμηση θα ανέρχεται σε 0,75% του ΑΕΠ και το δεύτερο στο 0,25%. Δηλαδή αν η προσωπική διαφορά είναι 100 ευρώ το 2019 θα περικοπούν 75 ευρώ και το 2020 τα υπόλοιπα 25 ευρώ.

Οι μεγαλύτερες «προσωπικές διαφορές» εντοπίζονται στους συνταξιούχους του πρώην ΤΕΒΕ (περίπου 30%) και του Δημοσίου (15%-20%), ενώ στο ΙΚΑ είναι πιο μικρές (4%-5%).

Έτσι, στο στόχαστρο για πιθανές περικοπές μπαίνουν:

-οι συνταξιούχοι που παρά τις 12 μειώσεις που έχουν υποστεί εξακολουθούν να λαμβάνουν σύνταξη άνω των 1000 ευρώ. Πρόκειται για συνταξιούχους του δημοσίου κυρίως ενστόλους , γιατρούς του ΕΣΥ και Πανεπιστημιακούς.

-οι συνταξιούχοι του ΙΚΑ που συνταξιοδοτήθηκαν με 35ετία με υψηλούς μισθούς και-οι συνταξιούχοι από το πρώην ΤΕΒΕ με περισσότερα από 35 χρόνια ασφάλισης.

Ωστόσο προσωπικές διαφορές εμφανίζουν και οι χαμηλές συντάξεις (το 44,8% των συνταξιούχων που λαμβάνουν μηνιαία σύνταξη κάτω από τα 665 ευρώ) τις οποίες θέλει πάση θυσία να προστατέψει η κυβέρνηση.

Ειδικότερα προσωπικές διαφορές εμφανίζουν οι μητέρες ανηλίκων που συνταξιοδοτήθηκαν με μειωμένη σύνταξη, οι οποίες λαμβάνουν τα κατώτατα όρια με τη λεγόμενη προσαύξηση κατωτάτων ορίων και η σύνταξή τους είναι αρκετά μεγαλύτερη από εκείνη που δικαιούντο, με βάση τις εισφορές και τις αποδοχές τους, συνταξιούχοι του ΙΚΑ με 15ετία, αλλά και πρώην ελεύθεροι επαγγελματίες του ΤΕΒΕ.

Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί στην ασφάλιση, αν περικοπούν οι κύριες συντάξεις, μεγάλος αριθμός συνταξιούχων θα «πέσει» κάτω από το δίχτυ ασφαλείας των 1300 ευρώ που είχε οριστεί για τη μείωση των επικουρικών. Επομένως θα διεκδικήσουν την επαναφορά των επικουρικών τους στα επίπεδα που ήταν πριν από το μαχαίρι του καλοκαιριού – φθινοπώρου του 2016.