Ο καθηγητής του πανεπιστημίου Πρίνστον, Άγγελος Χανιώτης, σε συνέντευξή του στην οποία αναφερόταν στους ελληνιστικούς χρόνους και τον ρόλο των πολέμων μεταξύ των ελληνιστικών βασιλέων, υπογράμμισε ότι ναι μεν η κύρια δύναμη της οικονομίας τους στηριζόταν στους διαρκείς πολέμους μεταξύ τους, αλλά στα διαστήματα ειρήνης αναπτύχθηκε το εμπόριο σε τέτοιο βαθμό, που μπορούμε να μιλάμε για την πρώτη –έστω και περιφερειακή– «παγκοσμιοποίηση».

Του Αντώνη Τριφύλλη*

Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου δημιούργησαν ένα δίκτυο πόλεων και μοναρχιών από τη βάθη της Ασίας μέχρι την Ισπανία και από την Ουκρανία μέχρι τη Βόρεια Αφρική. Σε αυτόν τον μεγάλο χώρο άνθισαν το εμπόριο, η οικονομία, οι μετακινήσεις ανθρώπων και η αλληλεπίδραση πολιτισμών.

Στη διάρκεια των αιώνων και ιδιαίτερα από το άνοιγμα των αγορών από τον Μάρκο Πόλο και αργότερα με τη νέα τεχνολογία κατασκευής πλοίων στην Κίνα από το 1300 μ.Χ. και μετά, αρχίζει το εμπόριο να διεθνοποιείται, ξεπερνώντας τα όρια της ελληνορωμαϊκής εποχής, και αγκαλιάζει ολόκληρο τον πλανήτη. Τότε πια μπορούμε να μιλάμε για παγκοσμιοποίηση (globalization).

Η Παγκόσμια Συγκριτική Ιστορία, ένας σχετικά νέος κλάδος της Ιστορίας, μας έδωσε τα εργαλεία για να παρακολουθήσουμε τους κύκλους της παγκοσμιοποίησης. Στα τελευταία 2000 χρόνια υπήρξαν περίοδοι ανόδου και πτώσης για τις ηγετικές δυνάμεις του πλανήτη.

Κάθε μεταβολή συνεπαγόταν εντάσεις, πολέμους, πλούτο και πολιτισμό. Αλλά και μαρασμό, εσωτερικές ταραχές, ακόμη και παρακμή. Αυτοκρατορίες όπως του Μάλι, που δημιουργήθηκαν και άνθισαν όταν πόλεις χτίστηκαν ως εμπορικά λιμάνια στον δρόμο του μεταξιού, παράκμασαν όταν ο δρόμος αυτός δεν χρειαζόταν πλέον.

Οι προβλέψεις για τα επόμενα σαράντα χρόνια βλέπουν ραγδαία ανάπτυξη για την Ινδία και την Κίνα και πτώση για τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα σχετικά με τη φύση της παγκοσμιοποίησης:

1. Αντίθετα από αυτά που ισχυρίζονται οι «εχθροί» της, η παγκοσμιοποίηση είναι ένα είδος «φυσικού φαινόμενου». Από τότε που ο άνθρωπος της λίμνης άρχισε να παράγει και να ανταλλάσσει με τα γειτονικά χωριά ψάρια μέχρι σήμερα, η παγκόσμια κοινότητα ζει στον ρυθμό των κύκλων της παγκοσμιοποίησης. Ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν αποφεύγει καν να την αποκαλέσει «παγκοσμιοποίηση». Λέει «είμαστε στον κόσμο» («Nous sommes dans le monde»).

2. Κάθε κύκλος της παγκοσμιοποίησης προϋποθέτει τεχνολογικά άλματα. Γιατί, όπως λέει και ο καθηγητής της Μαθηματικής Λογικής Γ. Μητακίδης, η διαδικασία των αλλαγών σιγοβράζει για χρόνια, αλλά το άλμα είναι απότομο. Σε μια τέτοια διαδικασία βρισκόμαστε σήμερα, με την προετοιμασία της ψηφιακής επανάστασης. Δεν θα υπήρχε επιστήμη που προϋποθέτει τεχνολογία αν, για παράδειγμα, το Ισλάμ δεν μετέφερε την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τις βάσεις των επιστημών στην Ευρώπη.

3. Η λύση στα προβλήματα που δημιουργούν αυτοί οι κύκλοι της παγκοσμιοποίησης είναι μία: η επιβολή ρυθμιστικών κανόνων.

Μεταρρυθμίσεις, θα λέγαμε σήμερα, που συνήθως είναι επώδυνες, αλλά χωρίς τις οποίες ο εναλλακτικός δρόμος είναι η στασιμότητα και η παρακμή. Ή, όπως λέει ο Άγγελος Χανιώτης, «Οι κόσμος από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα αντιμετωπίζει τις κρίσεις με τρεις τρόπους. Τον πόλεμο, τη μετανάστευση ή τις μεταρρυθμίσεις, που είναι και ο δυσκολότερος».

Η Ευρώπη σήμερα βρίσκεται στο στάδιο της παγκοσμιοποίησης που για πολλούς λόγους οδηγεί στην τρίτη κρίση της. Την τρίτη κρίση της βιομηχανικής εποχής. Κατά Ρόντρικ, οι δύο πρώτες κρίσεις οδήγησαν διαδοχικά στην ευμάρεια, στη μετακίνηση πλούτου από τον έναν πόλο στον άλλο, σε ανισορροπίες και σε εσωτερικές κοινωνικές συγκρούσεις, και τέλος στους δύο παγκόσμιους πολέμους . Το ζητούμενο σήμερα λοιπόν είναι να διερευνήσουμε τις δυνατότητες που έχουμε ως παγκόσμια κοινότητα και να αποφύγουμε το μοιραίο στο οποίο οδηγείται η ανθρωπότητα.

Ο πρώην γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και σήμερα πρόεδρος της Oxford Martin Committee, ο Πασκάλ Λαμί, επισημαίνει ότι, για να αποφύγουμε το μοιραίο, θα πρέπει τα προβλήματα της παγκόσμιας αγοράς να αντιμετωπιστούν με παγκόσμια επιβαλλόμενους κανόνες.

Ένα φαινόμενο παγκοσμιοποιημένο, το εμπόριο εν προκειμένω, και οι ανισορροπίες που δημιουργούνται από το σύστημα είναι φυσικό να μην μπορούν να αντιμετωπιστούν με κανόνες των εθνών-κρατών που δημιουργήθηκαν από τις Συνθήκες της Βεστφαλίας στα 1648 και ισχύουν στη συνείδηση και στην ψυχολογία των εθνικών κρατών. Με άλλα λόγια, απαιτείται μια «παγκόσμια διακυβέρνηση». Επισημαίνει δε ότι το πείραμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα υβριδικό μοντέλο παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Το κύριο χαρακτηριστικό της Ένωσης είναι η εκχώρηση ενός μέρους της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών σε αυτόν τον υπερεθνικό οργανισμό. Σε μία σπουδαία μελέτη του Dahrendorf Forum με τίτλο «European Union in the World 2025» παρουσιάζονται μια σειρά από σενάρια για το μέλλον της. Σε όλα τα δυσμενή σενάρια για την Ένωση υπάρχει η λέξη «επανεθνικοποίηση». Επιστροφή δηλαδή της εθνικής κυριαρχίας που έχει εκχωρηθεί από τα κράτη-μέλη στην ΕΕ, στον υβριδικό αυτόν υπερεθνικό οργανισμό που συμμετέχουμε. Αυτό θα σήμαινε διάλυση της Ευρώπης και την επιστροφή σε διμερείς εμπορικές συμφωνίες.

Αλλά για να προβλέψουμε έστω και αμυδρά τα μελλούμενα, οφείλουμε να καταγράψουμε τα σημερινά στοιχεία της κρίσης. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, σε μελέτες του ΟΗΕ και της ΕΕ έχουν καταγραφεί τα βασικά στοιχεία των προκλήσεων για τον κόσμο μας: η δημογραφική εξέλιξη, η κλιματική αλλαγή και η μετανάστευση, καθώς και η αλληλεπίδραση αυτών των τριών παραγόντων. Σήμερα οι προβλέψεις αυτές έχουν επαληθευτεί. Ειδικότερα, η Ευρώπη καλείται να δώσει λύσεις σε αυτά τα προβλήματα, που δοκιμάζουν τις αντοχές της.

Ο κύκλος της παγκοσμιοποίησης που βιώνουμε εμφάνισε τα πρώτα σημάδια στις αρχές του 21ου αιώνα. Είχαν εμφανιστεί κρίσεις και τις προηγούμενες δεκαετίες. Αλλά τώρα έγινε φανερό ότι πρόκειται για μια κρίση όχι μεμονωμένη, αλλά για μια που αποτελείται από διαδοχή κρίσεων. Από τα αφερέγγυα στεγαστικά δάνεια στη χρηματοπιστωτική κρίση που προκάλεσε η αρρύθμιστη, σκιώδης τραπεζική αγορά, στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, στο κύμα μετανάστευσης, στην άνοδο των λαϊκιστικών δυνάμεων, στην ανεργία, στην ανισορροπία της κατανομής πόρων σε βάρος της μεσαίας τάξης και των αδύναμων στρωμάτων, στο Brexit, στην έναρξη της ψηφιακής εποχής κλπ. Όλο αυτό το πλέγμα αποκάλυψε τις έξι βασικές συστημικές αδυναμίες της Ε.Ε.

Πρώτα από όλα, το πρόβλημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Όλοι πια γνωρίζουν ότι η Ε.Ε. έχει σοβαρό δομικό πρόβλημα στην λειτουργία της ΟΝΕ και συνεπώς του ενιαίου νομίσματος. Ο πυρήνας ισχύος της σύγχρονης Ευρώπης είναι η κοινή εσωτερική αγορά και το βασικό της συστατικό το ευρώ. Με την ενιαία αγορά δημιουργήθηκε μια εσωτερική αγορά στην οποία τα εμπορεύματα διακινούνται χωρίς δασμούς και χωρίς γραφειοκρατία σε όλα τα κράτη-μέλη.

Με το ευρώ να βρίσκεται στα λίγα χρόνια ζωής του στη ζηλευτή θέση ως δεύτερο, μετά το δολάριο, αποθετικό νόμισμα του πλανήτη, κατέχοντας το 24% της παγκόσμιας αγοράς, η Ευρώπη απέκτησε ένα σοβαρότατο όπλο για την ανάπτυξή της. Τα χαμηλά επιτόκια δίνουν την δυνατότητα στα κράτη και τις επιχειρήσεις να αναπτυχθούν, να στηρίξουν μεταρρυθμίσεις και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Για να συμβεί αυτό, όμως, η ΟΝΕ οφείλει να μετασχηματιστεί στο σκέλος της οικονομικής ολοκλήρωσης. Και μαζί με αυτήν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το πώς θα γίνει το γνωρίζουμε από τη «Λευκή Βίβλο» και την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Μάλτας. Η πορεία προς τα εμπρός έχει δύο χαρακτηριστικά: πρώτον, θα υπάρξει μεγαλύτερη εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και δεύτερον, θα προχωρήσει με τους πρόθυμους.

Το αν θα δημιουργηθεί θέση υπουργού Οικονομικών ή κοινοβούλιο παράλληλο με το σημερινό, αποτελούμενο μόνο από τα κράτη-μέλη του σκληρού πυρήνα, θα το δούμε τα επόμενα χρόνια.

Επίσης, μια σειρά από πολιτικές θα πρέπει να ολοκληρωθούν για τη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς σε τομείς που μέχρι τώρα δεν υπάγονταν σε αυτήν (ψηφιακή αγορά, αγορά ενέργειας κ.λπ.), και για την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος (τρίτος πυλώνας της Τραπεζικής Ένωσης – ευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων μέχρι €100.000, και μετασχηματισμός του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο).

Στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, με την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε. και με τη διαφαινόμενη απόσυρση των ΗΠΑ από τον ηγεμονικό της ρόλο, αλλά και με τις εξελίξεις στην Τουρκία και τη ρωσική αυταρχική πολιτική, το περιβάλλον στη γειτονιά της Ευρώπης γίνεται ασταθές και απρόβλεπτο.

Όπως ξεκάθαρα δήλωσε η καγκελάριος Μέρκελ μετά την αποτυχημένη διάσκεψη των G7 το Μάρτιο του 2017, «H EE οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν. Από τον πόλεμο και μετά στηριζόταν σε τρίτους. Θα επιδιώξει να έχει φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τη Μεγάλη Βρετανία, ακόμη και με τη Ρωσία, αλλά θα προτάξει τα κοινά της συμφέροντα».

Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνει στο ΝΑΤΟ αποδεχόμενη τις οικονομικές της επιβαρύνσεις, θα ενδυναμώσει τις ανταλλαγές πληροφοριών των υπηρεσιών ασφάλειας και θα επιδιώξει να στραφεί στην αξιοποίηση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπλικών συστημάτων και την έρευνα στον τομέα αυτόν. Επιπλέον, θα γίνουν βήματα για κοινή εξωτερική πολιτική.

Η αναθέρμανση του γαλλογερμανικού άξονα μετά την εκλογή Μακρόν είναι ζωτικής σημασίας για το εγχείρημα.

Όσον αφορά την παγκοσμιοποίηση, η Ε.Ε. ξεκαθαρίζει ότι επιθυμεί τη συνέχιση και την εξυγίανση των κανόνων λειτουργίας της. Είναι θέση καθαρή και συμπίπτει, έστω και ανταγωνιστικά, με αυτήν της Κίνας.

Έρχεται όμως σε πλήρη σύγκρουση με τον νεοπροστατευτισμό του Ντόναλντ Τραμπ. Έτσι, μια σειρά οδηγιών για τη ρύθμιση των χρηματοοικονομικών προϊόντων θα τεθεί σε ισχύ. Η Ευρώπη πήρε το μάθημά της και θα επιδιώξει να σταθεροποιήσει το σύστημα που απειλείται από την έλλειψη παγκόσμιας διακυβέρνησης για την αντιμετώπιση των κρίσεων, εντείνοντας τη δική της ενότητα.

Το πρόβλημα της λαϊκιστικής επέλασης είναι πιο σημαντικό από οποιοδήποτε άλλο.

Ο τρόπος που εργάζεται η Ε.Ε. στηρίζεται περισσότερο στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών και λιγότερο στους θεσμούς, που είναι ημιτελείς. Έτσι, η μάχη κατά του λαϊκισμού θα δοθεί σε πολλά επίπεδα. Ήδη από τον θρίαμβο του Brexit και μετά, αυτή η επέλαση μοιάζει να έχει ανακοπεί.

Η Γαλλία και η Ολλανδία έδειξαν ότι υπάρχει τρόπος. Η αμυντική στάση των πολιτικών απέναντι στους κλειστοφοβικούς και επικίνδυνους λαϊκιστές μεταβάλλεται και ενισχύεται από τον φόβο που προκάλεσαν οι κατά τόπους νίκες των ιδεών των Φάρατζ, Λεπέν και Τραμπ. Όλοι όμως ξέρουν ότι, αν δεν υπάρξουν μέτρα που να περιορίσουν την ψαλίδα φτωχών-πλουσίων διαφυλάττοντας και την κοινωνική πολιτική, το κύμα του λαϊκισμού θα επανέλθει ως τσουνάμι.

Το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, που κάποιοι θεωρούν ότι θα προκαλέσει την έκτη εξαφάνιση των ειδών και θα είναι η κύρια αιτία της μεγαλύτερης μετανάστευσης της ανθρώπινης ιστορίας, βρίσκεται επίσης στην κορυφή της ατζέντας της Ε.Ε. Υπάρχουν ωστόσο ακόμη ανεγκέφαλοι ηγέτες που προκαλούν το μέλλον μας.

Η πρώτη στην ιστορία των G7 αποτυχημένη διάσκεψη οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πρωτοφανή στάση των ΗΠΑ. Μέσα σε μόνο ένα χρόνο η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ υπέγραψε και προχωράει σε μια σειρά μέτρων που ξηλώνουν παράλογα και ανορθολογικά ό,τι έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Η Ευρώπη πάντως δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει.

Το ίδιο πρέπει να κάνει και στην επερχόμενη ψηφιακή επανάσταση.

Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά στην ετήσια έρευνα κινδύνων του World Economic Forum για τις προκλήσεις του μέλλοντος, συμπεριλαμβάνεται η εξέλιξη της ψηφιακής εποχής, με κύριες αιχμές την τεχνητή νοημοσύνη, τη ρομποτική και το Internet of Τhings. Η επανάσταση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα τη μαζική ανεργία, τον μετασχηματισμό της κοινωνίας και την αστάθεια που συνεπάγονται επαναστάσεις που ανατρέπουν καθεστώτα. Οι προβλέψεις του Τζέρεμι Ρίφκιν έχουν αρχίσει να επαληθεύονται.

Τεράστια τμήματα του πληθυσμού δεν θα έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες για να ανταποκριθούν στην αγορά εργασίας. Η Ε.Ε. έχει συνείδηση του προβλήματος. Ήδη εδώ και λίγα χρόνια μελετάει τις παραμέτρους για τη δημιουργία της ενιαίας ψηφιακής αγοράς, και σύντομα θα μπουν στο τραπέζι οι δράσεις για την αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων της αναπόφευκτης κοινωνικής αναταραχής, που θα εντείνονται όσο πλησιάζουμε στο 2020.

Η διατήρηση της θέσης της Ελλάδας στον «σκληρό» πυρήνα της ΟΝΕ σε αυτή τη μετάβαση είναι προβληματική. Η εκπαίδευση, η λειτουργία του κράτους, το πολιτικό σύστημα και ο βαθμός κοινωνικής αποδοχής της ανάγκης ριζοσπαστικών αλλαγών δεν φαίνεται να μπορούν να αντιμετωπίσουν από κοινού με τις άλλες χώρες τις προκλήσεις που αναφέραμε. Ακόμη και αν θέλαμε ως κοινωνία και αποφασίζαμε ως πολιτικό σύστημα να μεταρρυθμιστούμε πολύ βαθύτερα από τις αλλαγές που επιβάλουν οι δανειστές, ο διαθέσιμος χρόνος δεν συμβαδίζει με την ταχύτητα που εξελίσσονται τα θέματα που θίξαμε.

Μένει, όμως, ένα θετικό στοιχείο που ίσως μας συγκρατήσει: o λανθάνων τεράστιος δυναμισμός της ελληνικής οικονομίας και το υψηλό επίπεδο των Ελλήνων επιστημόνων και ειδικευμένων εργατών, που για την ώρα σε κάποιο βαθμό μεταναστεύουν. Η πρόβλεψη λοιπόν είναι δύσκολη, αλλά οι ευχές πολλές.

Συμπερασματικά, μπορούμε να καταλήξουμε στο ότι απέναντι στις δημογραφικές, αναπτυξιακές, κλιματικές, τεχνολογικές κ.ά. προκλήσεις ένας μόνο τρόπος υπάρχει για να διατηρηθεί η σημερινή ηγεμονική θέση της Ευρώπης στον κόσμο.

Να παραμείνει ενωμένη, να βαδίσει τον δρόμο σε περαιτέρω εμβάθυνση και να στηριχτεί στις άξιες της, υποστηρίζοντάς τις αταλάντευτα. Ακόμη και αν χρειαστεί να συρρικνωθεί.

*Πρώην διευθυντής προσωπικού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διευθυντής του Γραφείου Επιτρόπου της Κομισιόν και διευθυντής σχέσεων με τον πολίτη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο