Ο Ντόναλντ Τράμπ είναι κλασσική περίπτωση ευφυούς και μελετημένα αδίστακτου Αμερικανού κερδοσκόπου επιχειρηματία, που δεν έχει καμιά σχέση με τον αμερικανικό καπιταλισμό του Φόρντ και άλλων βιομηχάνων των δύο πρώτων βιομηχανικών επαναστάσεων. 

Του Αθανάσιου Χ. Παπανδρόπουλου 

Ο επανεκλεγείς Αμερικανός πρόεδρος πλούτισε παίζοντας και κερδοσκοπώντας όταν  αμερικανική οικονομία άφηνε πίσω της τις βιομηχανικές επαναστάσεις και έμπαινε στον αστερισμό της χρηματιστικής οικονομίας  και της παροχής υπηρεσιών. Αυτή δεν είναι δική μας διαπίστωση, αλλά μια από τις εξομολογήσεις του ίδιου του Ντόναλντ Τράμπ, σε άρθρα και βιβλία του που είδαν το φως της δημοσιότητας τα 35 τελευταία χρόνια. 

Σήμερα, ο Πρόεδρος, βλέπει ότι στο νέο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, ο ασιατικός καπιταλισμός θα κατέχει κυρίαρχη θέση και πιστεύει ότι στον ανταγωνισμό με αυτόν η Αμερική δεν μπορεί να σέρνει πίσω της ένα βαρίδι που λέγεται Ευρώπη. Παράλληλά οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες των ΗΠΑ, δεν είναι σήμερα οι ίδιες με αυτές που οδήγησαν την Αμερική στην ενεργό συμμετοχή της σε δύο παγκόσμιους πολέμους που αιτία τους ήταν η Ευρώπη. 

Τώρα το γιατί ο Τράμπ θεωρεί την Ευρώπη βαρίδι είναι μια μεγάλη ιστορία με πολλές πτυχές. Ο ίδιος πάντως πιστεύει ότι η Ευρώπη δεν κάνει τίποτα για την άμυνά της και πάντα περιμένει πολλά από την Αμερική. Αυτή η άποψη του επανεκλεγέντος προέδρου, δεν είναι άμοιρη μιας αποκαλυπτικής επιλογής του, αυτής του να είναι αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, ο γερουσιαστής από το Οχάϊο Τζέιμς Ντειβιντ Βάνς. 

Ο τελευταίος, ως γνωστόν στην αμερικανική πολιτική σκηνή, είναι πολύ πιο ριζοσπάστης από τον Τράμπ σε ζωτικά θέματα.      

Οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν ήδη πανικοβληθεί από την πιθανή πλέον επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Το απρόβλεπτο του  προέδρου, η συμπάθειά του για τους δικτάτορες, η περιφρόνησή του για το NATO, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους διεθνείς θεσμούς, η αντίθεσή του στη βοήθεια προς την Ουκρανία, προκαλούν εφιάλτες στους ηγέτες της Γηραιάς Ηπείρου. 

Η άφιξη, στο πεδίο της αμερικανικής πολιτικής, ενός από τα πιο απομονωτικά μέλη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, δεκαπλασιάζει την ανησυχία τους. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ο Ντόναλντ Τραμπ έπρεπε να τα βάλει με μια συγκεκριμένη μορφή συμβίωσης με την πολιτική ελίτ της ανώτερης αμερικανικής διοίκησης, η οποία μερικές φορές είχε μειώσει τον ενθουσιασμό του. 

Τέσσερα χρόνια όμως προετοίμαζε την επιστροφή του και  αυτή τη φορά έχει  σχηματίσει μια ομάδα πλουσίων επιχειρηματιών κυρίως  πλήρως ενωμένη πίσω από τις ιδέες του. 

Το «πρώτα η Αμερική» του συνδυασμού Τραμπ - Βανς είναι αρχικά κακά νέα για το Κίεβο. Ο νέος αντιπρόεδρος είναι στην πραγματικότητα ένας από τους κύριους επικριτές της βοήθειας προς την Ουκρανία. Το έχει πει πολλές φορές: «Η πολιτική μας στην Ουκρανία δεν είναι βιώσιμη». Χρειαζόμαστε «ένα τέλος του πολέμου κατόπιν διαπραγματεύσεων», ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία παραιτείται από την ανάκτηση των εδαφών που έχε, καταλάβει η Ρωσία. Ο

"JD" Vance πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ούτε τις ικανότητες, ούτε τα αποθέματα που επαρκούν για να διατηρήσουν έναν πόλεμο στα σύνορα της Ευρώπης επ' αόριστον. 

«Έχουμε στείλει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε όπλα στην Ουκρανία χωρίς κανέναν εφικτό στόχο», είπε σε πρόσφατη ομιλία του στην Ουάσιγκτον   

Για τον Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν απειλούνται από τη Ρωσία ή από «ξένους δικτάτορες», αλλά από τη μετανάστευση. 

Απειλούνται επίσης οι ΗΠΑ και από τον επιθετικό  ασιατικό καπιταλισμό, ο οποίος δεν λειτουργεί με τους γνωστούς δυτικούς κανόνες. Καταβάλει δε προσπάθειες να επιβάλλει και τα δικά του μέτρα και σταθμά τα οποία σε κάθε περίπτωση μεταβάλλουν τους διεθνείς όρους ανταγωνισμού.

Στο πλαίσιο αυτό ο νέος αντιπρόεδρος του Τράμπ, δεν βλέπει με καθόλου καλό μάτι την σοσιαλδημοκρατική Ευρώπη που ασκεί κοινωνική πολιτική με την Αμερική να πληρώνει για την άμυνα της.. «Η αμερικανική προστασία επέτρεψε την ευρωπαϊκή ασφάλεια να ατροφήσει», λέει. Κατηγορεί τις χώρες που δεν αφιερώνουν το 2% που απαιτείται από το NATO στον αμυντικό τους προϋπολογισμό. 

Ο Βάνς, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους, δεν θεωρεί τη Ρωσία του Πούτιν ως υπαρξιακή απειλή, εκπλήσσεται δε  που οι τελευταίοι, για να αντιμετωπίσουν αυτόν τον κίνδυνο που θεωρούν μεγάλο, δεν επενδύουν περισσότερο στην άμυνά τους. Αυτή ήταν ήδη, με πιο συγκρατημένα λόγια και η θέση του Μπαράκ Ομπάμα. 

Όλα αυτά δεν είναι ιδιαίτερα καλά  νέα  για την Ευρώπη, η οποία καιρός είναι να αρχίσει πολύ σοβαρά να σκέπτεται και την πολιτική της ολοκλήρωση, ενδεχομένως με όποιους θα ήθελαν να συμμετάσχουν σε αυτήν…