Στο επικοινωνιακό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ έχει ενταχθεί ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, σύμφωνα με πληροφορίες. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο πρώην υπουργός της Νέας Δημοκρατίας αναλαμβάνει κεντρικό ρόλο στο επικοινωνιακό επιτελείο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανου Κασσελάκη ενόψει των Ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου.
Το προηγούμενο διάστημα το όνομά του είχε συζητηθεί και για να συμπεριληφθεί στο ευρωψηφοδέλτιο της Κουμουνδούρου.
Ο Άρης Σπηλιωτόπουλος στις Αυτοδιοικητικές Εκλογές του 2014, ήταν ο επίσημος υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας για τον Δήμο Αθηναίων, ενώ αργότερα το 2019 άλλαξε στρατόπεδο και στήριξε ανοιχτά τον τότε Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα.
Ο 57χρονος σήμερα πρώην πολιτικός, τα τελευταία χρόνια εργάζεται ως επικοινωνιολόγος.
Μέχρι τώρα ήταν σύμβουλος του υποψήφιου ευρωβουλευτή Κωνσταντίνου Σιδηρόπουλου, γιου της Κατερίνας Παπακώστα.
Η πολιτική πορεία του Σπηλιωτόπουλου
Ο Άρης Σπηλιωτόπουλος έχει διατελέσει βουλευτής, υπουργός Τουριστικής Ανάπτυξης και υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Γεννήθηκε στην Πάτρα στις 28 Οκτωβρίου του 1966. Τελείωσε το γυμνάσιο και το λύκειο στην Πρότυπο Σχολή όπου αρχικά εντάχθηκε στη ΜΑΚΙ, τη μαθητική οργάνωση της Νέας Δημοκρατίας και στη συνέχεια στην ΟΝΝΕΔ. Σύντομα αποχώρησε για να συμμετάσχει στη βραχύβια ΔΗΑΝΑ. Το 1985 πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αποφοίτηση του έκανε διπλά μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο Σίτι του Λονδίνου στην Πολιτική Επικοινωνία και στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας.
Επιστρέφοντας από το Λονδίνο το 1992 ο Σπηλιωτόπουλος εντάχθηκε στη Γραμματεία Πολιτικού Σχεδιασμού, Επικοινωνίας και Ιδεολογίας της Νέας Δημοκρατίας ύστερα από πρόταση του επικοινωνιολόγου Γιάννη Λούλη, συνεργάτη του τότε προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Μιλτιάδη Έβερτ. Εκεί πρωτοσυνεργάστηκε με τον τότε υπεύθυνο πολιτικού σχεδιασμού Κώστα Καραμανλή με τον οποίο συνδέθηκε πολιτικά τα επόμενα χρόνια. Πριν από τις επερχόμενες εκλογές απομακρύνθηκε από τη διεύθυνση του τμήματος και εργάστηκε στο πολιτικό γραφείο του Καραμανλή.
Έπειτα από την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 1996 και την παραίτηση του Έβερτ εκλέχθηκε στη θέση του ο Καραμανλής ο οποίος τον Απρίλιο του 1997 όρισε τον Σπηλιωτόπουλο εκπρόσωπο τύπου του κόμματος, καθιστώντας τον τον νεότερο μέχρι τότε εκπρόσωπο ελληνικού κόμματος. Την περίοδο εκείνη συμμετείχε στην ηγετική ομάδα του κόμματος και στήριξε την υπερψήφιση από τη Νέα Δημοκρατία της ανανέωσης της θητείας του Κωστή Στεφανόπουλου στην προεδρία της δημοκρατίας, αποφεύγοντας την κήρυξη πρόωρων εκλογών όπως επιθυμούσε μερίδα του κόμματος. Η νεαρή του ηλικία σε συνδυασμό με κάποιες εμφανίσεις και φωτογραφίσεις του στον τύπο προκάλεσαν σχόλια και αντιδράσεις εντός και εκτός του κόμματος του. Τον Αύγουστο του 2000, λίγους μήνες μετά την εκλογική ήττα της Νέας Δημοκρατίας και με τις αντιδράσεις ενάντια του να μεγαλώνουν ο Σπηλιωτόπουλος παραιτήθηκε από εκπρόσωπος τύπου ύστερα από απαίτηση του Καραμανλή για να αντικατασταθεί από τον Θεόδωρο Ρουσόπουλο. Τα χρόνια που ακολούθησαν την παραίτηση του δεν συμμετείχε στα όργανα του κόμματος.
Το 2002 ανέλαβε την οργάνωση του εκλογικού αγώνα της Νέας Δημοκρατίας για το Δήμο και τη Νομαρχία Λέσβου και βοήθησε ώστε το κόμμα του να κερδίσει για πρώτη φορά και τις δύο αναμετρήσεις σε μια περιφέρεια η οποία θεωρούταν παραδοσιακά αριστερή. Συμμετείχε και στην Κεντρική Εκλογική Επιτροπή για τις εκλογές του 2004.
Στις εκλογές της 9ης Απριλίου του 2000 ο Σπηλιωτόπουλος εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής μέσα από το ψηφοδέλτιο Επικρατείας.
Ο Σπηλιωτόπουλος κατέβηκε για πρώτη φορά υποψήφιος βουλευτής στις εκλογές του 2004 στην εκλογική περιφέρεια Β' Αθηνών. Η Νέα Δημοκρατία επικράτησε του ΠΑΣΟΚ και κατάφερε να εκλεγεί ως δεύτερος σε ψήφους βουλευτής στην περιφέρεια. Αυτό δεν στάθηκε αρκετό για να αναλάβει κάποια θέση στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο Καραμανλής αμέσως μετά τις εκλογές. Στις εκλογές του 2007 ο Σπηλιωτόπουλος επανεκλέχθηκε στην ίδια περιφέρεια αλλά ερχόμενος έκτος σε ψήφους για το κόμμα του Το Νοέμβριο του 2011 κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ο Σπηλιωτόπουλος συνέταξε με άλλους 4 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας πρόταση για δημιουργία διακομματικής κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, η οποία απορρίφθηκε από την ηγεσία του κόμματος.
Κατά τον σχηματισμό της κυβέρνησης ύστερα από τις εκλογές του 2007 ο Σπηλιωτόπουλος ανέλαβε το Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης.
Ο Κώστας Καραμανλής προέβη σε ανασχηματισμό τον Ιανουάριο του 2009 που έφερε τον Σπηλιωτόπουλο στη θέση του υπουργού Παιδείας.
Μετά την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 2009 ο Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε από την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας. Παρά τη μεγάλη σε έκταση ήττα της Νέας Δημοκρατίας, Σπηλιωτόπουλος κατάφερε να επανεκλεγεί, ερχόμενος πρώτος σε σταυρούς προτίμησης βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στην περιφέρεια του. Στις εσωκομματικές διαδικασίες για την ανάδειξη νέου προέδρου που ακολούθησαν ο Σπηλιωτόπουλος, παρά τις φήμεςκαι τις δημόσιες παρεμβάσεις του,δεν δήλωσε υποψήφιος. Στήριξε την υποψηφιότητα της Ντόρας Μπακογιάννη η οποία ηττήθηκε από τον Αντώνη Σαμαρά. Στη νέα ηγετική ομάδα ο Σπηλιωτόπουλος ανέλαβε τομεάρχης για την Παιδεία.
Στις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου και Ιουνίου του 2012 ο Σπηλιωτόπουλος επανεκλέχθηκε στη Β' Αθηνών παρά τη μείωση του ποσοστού της Νέας Δημοκρατίας.
Το όνομα του επανήλθε για τις δημοτικές εκλογές του 2014 όταν και πήρε τελικά την επίσημη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας. Ο προερχόμενος από το ίδιο κόμμα τέως δήμαρχος Νικήτας Κακλαμάνης ανακοίνωσε και αυτός τη δική του ανεξάρτητη υποψηφιότητα.
Κατά την επίσημη παρουσίαση της υποψηφιότητας του και του συνδυασμού του, «Αθήνα, Μπορείς», ο Σπηλιωτόπουλος ανακοίνωσε την παραίτηση του από τη βουλευτική του έδρα.
Ο Σπηλιωτόπουλος έχασε τις εκλογές, ερχόμενος τρίτος στον α' γύρο με 16,9%. Ήταν η πρώτη φορά που η Νέα Δημοκρατία δεν θα είχε υποψήφιο της στο δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών του δήμου της πρωτεύουσας. Απέδωσε την ήττα του στη διάσπαση των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας εξαιτίας της υποψηφιότητας Κακλαμάνη.
Τον Μάιο του 2019 δήλωσε ότι τον αφορά το προσκλητήριο του ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση του φαινομένου της Ακροδεξίας.