Οι οικονομικές κυρώσεις που θα πλήξουν τη ρωσική οικονομία δεν θα έχουν καμία σχέση με αυτές που είχαν επιβληθεί στο παρελθόν, διαμηνύει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ με αφορμή την τοποθέτηση του πρέσβη της Ρωσίας στη Σουηδία, ο οποίος είχε δηλώσει ότι η Μόσχα «δεν δίνει δεκάρα» για τον κίνδυνο της επιβολής κυρώσεων από την Δύση.
Απαντώντας σε ερώτηση τηλεοπτικού σταθμού, εκπρόσωπος τους αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι η Ρωσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με διεθνή απομόνωση και ένα μακροπρόθεσμα δυσβάστακτο στρατηγικό κόστος.
Όπως τόνισε, «(η Ρωσία) θα αντιμετωπίσει μια πιο αποφασιστική διατλαντική κοινότητα. Θα πρέπει να κάνει περισσότερες παραχωρήσεις στην Κίνα. Θα αντιμετωπίσει μαζική πίεση στην οικονομία της και τους ελέγχους των εξαγωγών που θα διαβρώσουν την αμυντική της βιομηχανική βάση. Και θα αντιμετωπίσει ένα κύμα καταδίκης από όλο τον κόσμο».
Σχετικά με την απάντηση της Ουάσινγκτον στο ενδεχόμενο να σημειωθεί μια περαιτέρω ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο εκπρόσωπος ξεκαθάρισε ότι οι ΗΠΑ δεν θα υιοθετήσουν την παραδοσιακή προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν.
«Αντιθέτως, θα υιοθετήσουμε μια προσέγγιση “ξεκίνα ψηλά, μείνε ψηλά” στην οποία – σε συντονισμό με τους συμμάχους και τους εταίρους μας – θα επιβάλουμε σοβαρό κόστος στην οικονομία της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένου του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, και άνευ προηγουμένου ελέγχους εξαγωγών σε τομείς που θεωρούνται κρίσιμοι για το Κρεμλίνο και τις φιλοδοξίες του προέδρου Πούτιν.
Όλες οι επιλογές παραμένουν στο τραπέζι. Με τις αυστηρές ενέργειες που θα επιβάλουμε, το ήδη εξαντλημένο απόθεμα κεφαλαίου της Ρωσίας θα στερηθεί της τόσο αναγκαίας χρηματοδότησης και άμεσων επενδύσεων. Η αποσύνδεση της Ρωσίας από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε συνδυασμό με την αφαίρεση βασικών εισροών υψηλής τεχνολογίας στη Ρωσία, θα βλάψει την παραγωγική ικανότητα της Ρωσίας και θα κάνει την οικονομία της ακόμα πιο εύθραυστη και τις φιλοδοξίες της να ασκήσει επιρροή στην παγκόσμια σκηνή. Αυτά τα έκτακτα και άνευ προηγουμένου μέτρα εξετάζονται μόνο για σενάρια στα οποία η Ρωσία εισβάλλει περαιτέρω στην Ουκρανία. Το αν αυτές οι συνέπειες πλήττουν ή όχι τη ρωσική οικονομία είναι στα χέρια του Πούτιν», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Μπάιντεν: «Γρήγορη και αποφασιστική» απάντηση
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο Ουκρανός ομόλογός του Βολοντίμιρ Ζελένσκι συμφώνησαν να συνεχίσουν τη διπλωματία και την αποτροπή έναντι της Ρωσίας, κατά την τηλεφωνική τους συνομιλία σήμερα που διήρκησε 50 λεπτά, ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.
«Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν για τη σημασία της συνέχισης της διπλωματίας και της αποτροπής σε απάντηση στη ρωσική στρατιωτική ενίσχυση στα σύνορα της Ουκρανίας», σύμφωνα με την αναφορά της αμερικανικής κυβέρνησης.
Κατά τη συνομιλία αυτή, ο Τζο Μπάιντεν υποσχέθηκε εκ νέου «γρήγορη και αποφασιστική» απάντηση των ΗΠΑ, σε συντονισμό με τους συμμάχους τους, σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης και επανέλαβε την υποστήριξή του στην «κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας».
Η τηλεφωνική αυτή επικοινωνία εντάσσεται σε μια περίοδο έντονης διπλωματικής δραστηριότητας: το Σάββατο, οι ηγέτες της Δύσης και της Ρωσίας είχαν συνεχή τηλεφωνήματα σε μια προσπάθεια να κατευναστούν οι εντάσεις γύρω από την Ουκρανία, καθώς η Μόσχα κατηγορείται ότι προετοιμάζει εισβολή στη γείτονά της.
Ωστόσο αυτές οι συνομιλίες δείχνουν να παρήγαγαν ελάχιστα αποτελέσματα. Η συνομιλία μεταξύ του Τζο Μπάιντεν και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν χθες, Σάββατο, δεν έδωσε «λόγο για αισιοδοξία», δήλωσε την Κυριακή ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Τζον Κίρμπι.
Το Σάββατο, Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε ότι αυτή η συνομιλία δεν οδήγησε σε μια «θεμελιώδη αλλαγή».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ δηλώνουν ότι η διπλωματική οδός παραμένει ανοιχτή όσον αφορά τη Ρωσία, επαναλαμβάνουν ότι μια εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να επίκειται.
Η επίθεση «θα μπορούσε να γίνει ήδη από αυτή την εβδομάδα», δήλωσε την Κυριακή ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζέικ Σάλιβαν.
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις